- παραβολίσκος
- παραβολ-ίσκος, ὁ, dub. sens.,A
παραβολίσκοι τῆς τετρακύκλου IG22.1425.414
.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
παραβολίσκοι τῆς τετρακύκλου IG22.1425.414
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.